Η Σίφνος έχει μια από τις σημαντικότερες αγγειοπλαστικές παραδόσεις στη νεοελληνική ιστορία. Επί τρεις τουλάχιστον αιώνες οι κάτοικοί της ασχολούνται αδιάλειπτα με την παραγωγή κεραμικών. Η αγγειοπλαστική δραστηριότητα ανθεί ακόμα και σήμερα στο νησί με πάνω από 15 ενεργά εργαστήρια. Η σιφνέικη κεραμική είναι στενά συνυφασμένη με την πολιτιστική κληρονομιά, την καλλιτεχνική δημιουργία αλλά και την οικονομία του νησιού.
Εγγράφηκε στο Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς το 2022.
Πεδία Δελτίου Στοιχείου Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς
[accordion multiopen=”true”]
[toggle title=”1. Σύντομη παρουσίαση του στοιχείου Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς “]
α. Με ποιο όνομα αναγνωρίζεται το στοιχείο από τους φορείς του:
Κεραμική Σίφνου
β. Άλλη/-ες ονομασία/ες:
Παραδοσιακή Κεραμική Σίφνου, Αγγειοπλαστική Σίφνου, Σιφνέικα Αγγειοπλαστεία, Σιφνέικα Τσικαλαριά, Τσικαλάδες της Σίφνου
γ. Σύντομη Περιγραφή
Η Σίφνος έχει μια από τις σημαντικότερες αγγειοπλαστικές παραδόσεις στη νεοελληνική ιστορία. Επί τρεις τουλάχιστον αιώνες οι κάτοικοί της ασχολούνται αδιάλειπτα με την παραγωγή κεραμικών. Η αγγειοπλαστική δραστηριότητα ανθεί ακόμα και σήμερα στο νησί με πάνω από 15 ενεργά εργαστήρια. Η σιφνέικη κεραμική είναι στενά συνυφασμένη με την πολιτιστική κληρονομιά, την καλλιτεχνική δημιουργία αλλά και την οικονομία του νησιού.
δ. Πεδίο ΑΠΚ:
√ προφορικές παραδόσεις και εκφράσεις
□ επιτελεστικές τέχνες
√ κοινωνικές πρακτικές-τελετουργίες-εορταστικές εκδηλώσεις
□ γνώσεις και πρακτικές που αφορούν τη φύση και το σύμπαν
√ τεχνογνωσία που συνδέεται με την παραδοσιακή χειροτεχνία
□ άλλο
ε. Περιοχή όπου απαντάται το στοιχείο:
Σίφνος και ευρύτερο Αιγαίο (Κυκλάδες, Αττική, Κρήτη, Βόλος, Θεσσαλονίκη, Θάσος, Λέσβος, Σάμος, Χίος) εξαιτίας της επιρροής που άσκησαν τα εξαγόμενα σιφνέικα κεραμικά και οι μετακινούμενοι Σιφνιοί αγγειοπλάστες .
στ. Λέξεις-κλειδιά:
Κεραμική Σίφνου, κεραμική Αιγαίου, παραδοσιακή κεραμική, αγγειοπλαστική, πηλός, τέχνη, μαγειρικά σκεύη, γαστρονομία, καμίνι, τσικάλι, διακοσμητικό σκεύος, εφυάλωση
[/toggle]
[toggle title=”2. Ταυτότητα του φορέα του στοιχείου ΑΠΚ”]
α. Ποιος/-οι είναι φορέας/-είς του στοιχείου;
Φορείς του στοιχείου είναι οι αγγειοπλάστες της Σίφνου που δραστηριοποιούνται τόσο στο νησί (στην πλειονότητά τους), όσο και σε άλλα μέρη που έχουν μετοικήσει.
Εκτός νησιού, φορείς της σιφνέικης κεραμικής είναι οι αγγειοπλάστες του Αμαρουσίου και άλλων περιοχών του Αιγαίου, όπως της Θάσου, της Λέσβου, της Αίγινας, οι οποίοι έχουν καταγωγή από τη Σίφνο και συνεχίζουν την παράδοση του τόπου τους.
β. Έδρα/τόπος
Διεύθυνση: Σωματείο Αγγειοπλαστών Σίφνου, ΤΚ: 84003
E-mail: artcer@otenet.gr
γ. Περαιτέρω πληροφορίες για το στοιχείο:
Αρμόδιο/-α πρόσωπο/-α
Όνομα: Αντώνης Ατσόνιος
Ιδιότητα: Αγγειοπλάστης
E-mail: atsoniosart@gmail.com
[/toggle]
[toggle title=”3. Αναλυτική περιγραφή του στοιχείου ΑΠΚ, όπως απαντάται σήμερα”]
Η αγγειοπλαστική δραστηριότητα στη Σίφνο είναι αδιάλειπτη για πάνω από τρεις αιώνες. Η σιφνέικη αγγειοπλαστική παράδοση εξακολουθεί να είναι ζωντανή και να αποτελεί βασικό στοιχείο συγκρότησης της ταυτότητας του νησιού. Οι αγγειοπλάστες, αναγνωρίζοντας την αξία των παραδοσιακών τεχνικών, εξακολουθούν ακόμα και σήμερα να τις χρησιμοποιούν. Παράλληλα, εισάγουν και καινούργιες μεθόδους στην κατασκευή των κεραμικών, εμπλουτίζοντας την παραγωγή με νέους τύπους και νέες φόρμες, ώστε να καλύπτουν τις σύγχρονες ανάγκες. Σήμερα, οι Σιφνιοί μάστορες του πηλού συνεχίζουν να παράγουν στα αγγειοπλαστεία τους, που είναι διάσπαρτα σε όλο το νησί, όχι μόνο αρίστης ποιότητας χρηστικά αντικείμενα αλλά και καλαίσθητα διακοσμητικά σκεύη, τα οποία είναι ιδιαίτερα αγαπητά στους πολυάριθμους τουρίστες που επισκέπτονται το νησί και τα αγοράζουν ως αναμνηστικά της επίσκεψής τους.
Η διαδικασία παραγωγής ξεκινούσε παλαιότερα με την περισυλλογή της αργίλου από πολλές θέσεις διάσπαρτες σε όλο το νησί. Σήμερα ο τοπικός πηλός εξάγεται πλέον σε μικρές ποσότητες κυρίως από την περιοχή της Χερρονήσου. Τα είδη χώματος που χρησιμοποιούνται είναι δύο, ο καλάγκαθας και το ψαχνωτό (ή ψόφιο, ή χώμα του κοπάνου). Ο καλάγκαθας είναι το παχύ βολιασμένο χώμα που δεν κοπανίζεται αλλά παίζει το ρόλο πηκτικού υλικού, ενώ το ψαχνωτό είναι το αμμουδερό χώμα που προσδίδει την ανθεκτικότητα στη φωτιά.
Το ψαχνωτό χτυπιέται με τον κόπανο (ή σκούρλο), ένα εργαλείο φτιαγμένο από διχάλα δέντρου, για να διαλυθούν οι σβόλοι και να ακολουθήσει μετά το κοσκίνισμά τους. Στη συνέχεια, τα πετσακίδια (κοσκινισμένο χώμα) ανακατεύονται με τον καλάγκαθα και νερό μέσα στις καρούτες, τις δεξαμενές επεξεργασίας και στραγγίσματος του χώματος για τη δημιουργία του πηλού. Η ανάμιξη λεπτόκοκκου με χονδρόκοκκο πηλό καθιστούσε τα σκεύη πυρίμαχα, κατάλληλα για μαγείρεμα. Σήμερα ελάχιστα αγγειοπλαστεία χρησιμοποιούν αμιγώς πηλούς του νησιού. Συνήθως, ο τοπικός πηλός αναμιγνύεται με άλλον που εισάγεται από την Αθήνα και κάποια εργαστήρια χρησιμοποιούν αποκλειστικά εισαγόμενο βιομηχανικό πηλό.
Επόμενη διαδικασία είναι το ζύμωμα του πηλού στη μαλακταριά, την πέτρινη επιφάνεια κοντά στον τροχό του μάστορα, και το κόψιμό του σε μικρότερα κομμάτια, τις καβούλες. Η επεξεργασία γίνεται πάνω στον τροχό, παλαιότερα ποδοκίνητο και πλέον ηλεκτρικό. Ακολουθεί η διαμόρφωση των κεραμικών. Δίπλα στον τροχό τοποθετούνται σανίδες, πάνω στις οποίες οι αγγειοπλάστες τοποθετούν όσα είναι έτοιμα. Όταν η παραγωγή ολοκληρωθεί, οι σανίδες μεταφέρονται στους υπαίθριους χώρους, προκειμένου να στεγνώσουν τα κεραμικά από την υγρασία. Μετά την τελική διαμόρφωση του σχήματος ακολουθεί η κάλυψη των αγγείων με κόκκινο ή λευκό επίχρισμα, τον λεγόμενο μπαντανά, και η διακόσμησή τους είτε με μπαντανά είτε με εγχάραξη.
Όταν τα αγγεία στεγνώσουν εντελώς, μπαίνουν στον κλίβανο (καμίνι). Παλαιότερα τα καμίνια λειτουργούσαν αποκλειστικά με ξύλα. Σήμερα πλέον χρησιμοποιούνται κυρίως ηλεκτρικοί κλίβανοι. Ορισμένοι αγγειοπλάστες, εκτός από το ηλεκτρικό καμίνι, χρησιμοποιούν ακόμη τα παραδοσιακά, πέτρινα καμίνια, για το ψήσιμο κυρίως των μεγαλύτερων κεραμικών. Τα ξυλοκάμινα που διασώζονται και χρησιμοποιούνται ακόμη στη Σίφνο είναι κυρίως τα παραλληλόγραμμα διώροφα καμίνια.
Τα κεραμικά ανάλογα με το ψήσιμό τους χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη περιλαμβάνει τα μονόπυρα ή αγυάλωτα κεραμικά, όσα δηλαδή ψήνονται μόνο μία φορά και δεν φέρουν ειδική επίστρωση (εφυάλωση). Στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν τα δίπυρα ή γυαλωμένα (εφυαλωμένα) κεραμικά, όσα δηλαδή θα χρειαστεί να ψηθούν δύο φορές για να επιτευχθεί η διαδικασία της εφυάλωσης.
Όταν οι αγγειοπλάστες θέλουν να κατασκευάσουν γυαλωμένα κεραμικά, αφού τα ψήσουν μία φορά, τα εμβαπτίζουν σε διάλυμα ειδικής σύνθεσης (υάλωμα) και στη συνέχεια τα ψήνουν πάλι. Το γυάλωμα γίνεται τόσο για πρακτικούς λόγους, αφού στεγανοποιεί πλήρως τα κεραμικά από την υγρασία, όσο και για αισθητικούς, δίνοντας στην επιφάνειά τους στιλπνή και γυαλιστερή όψη. Παλαιότερα, οι αγγειοπλάστες παρασκεύαζαν μόνοι τους τις εφυαλώσεις, διαδικασία ιδιαίτερα επίπονη, διότι απαιτούσε κονιορτοποίηση των βασικών υλικών, του χαλαζία (άτζαχα) και του οξειδίου του μολύβδου (λιθάργυρου). Από τα μέσα του 20ού αιώνα η διαδικασία αυτή εγκαταλείφθηκε, καθώς ήταν πλέον διαθέσιμα έτοιμα βιομηχανικά προϊόντα εφυάλωσης. Το διάλυμα του υαλώματος αποθηκεύεται σε ειδικά σκεύη, τις μαστέλλες. Σε όσα αγγεία προορίζονται για διακόσμηση, ο αγγειοπλάστης περνά τα χρώματα μετά το πρώτο ψήσιμο. Στη συνέχεια περνά την εφυάλωση και τα ξαναψήνει.
Τα μοτίβα και οι ζωγραφιές που διακοσμούν τα σιφνέικα πήλινα σκεύη είναι είτε απλά γραμμικά σχήματα είτε σχηματοποιημένα φυτικά μοτίβα, πουλιά, καράβια, ψάρια κ.ο.κ. Τα τελευταία χρόνια οι Σιφνιοί αγγειοπλάστες ασχολούνται με επιτυχία και με την κατασκευή μικρών διακοσμητικών αντικειμένων (μινιατούρες), που έχουν ιδιαίτερη απήχηση στο αγοραστικό κοινό.
Σήμερα, στα εργαστήρια της Σίφνου, όπου συνήθως στεγάζονται και τα πωλητήρια των αγγειοπλαστών, συναντά κανείς μεγάλη ποικιλία κεραμικών ως προς τις φόρμες, τα χρώματα, τη διακόσμηση και τη χρήση. Από αυτά, δεν λείπουν το σιφνέικο τσικάλι, το μαστέλο (μαγειρικό σκεύος) ο παραδοσιακός φλάρος (καμινάδα), η κατσαρόλα, το γιουβέτσι, η γάστρα, η φουφού, αλλά και το καντήλι και το θυμιατό για το σπίτι ή το ξωκλήσι, ή ακόμα και μικρά αντικείμενα που κυρίως χρησιμεύουν ως αναμνηστικά του νησιού.
Οι αγγειοπλάστες στις συναλλαγές τους με τους επισκέπτες του νησιού, φροντίζουν να εξηγούν τις χρήσεις των κεραμικών, ιδιαίτερα των παραδοσιακών σχημάτων, ενώ συχνά κάνουν επίδειξη της διαδικασίας παραγωγής τους. Συνήθως κατά την πώληση κάθε σκεύους, οι αγγειοπλάστες δίνουν και τη συνταγή του σιφνέικου φαγητού που παρασκευάζεται σε αυτό.
[/toggle]
[toggle title=”4. Χώρος/εγκαταστάσεις και εξοπλισμός που συνδέονται με την επιτέλεση/ άσκηση του στοιχείου ΑΠΚ”]
Τα αγγειοπλαστεία της Σίφνου είναι γνωστά και με τον όρο τσικαλαριά. Είναι διάσπαρτα σε όλο το νησί, τόσο σε παραλιακούς οικισμούς, όπως ο Πλατύς Γυαλός, το Βαθύ, η Χερρόνησος και οι Καμάρες, όσο και στην ενδοχώρα, στον Αρτεμώνα, το Κάτω Πετάλι και τον Διαβρούχα. Αν και μερικώς εκσυγχρονισμένα, τα περισσότερα από αυτά διατηρούν τη λειτουργική διάρθρωση των παραδοσιακών αγγειοπλαστείων, έναν συνδυασμό υπαίθριων και κλειστών εγκαταστάσεων.
Με κεντρικό πυρήνα μια ορθογώνια αίθουσα και άνετο υπαίθριο χώρο, κάθε εργαστήριο συμπληρώνεται από βοηθητικούς χώρους. Η διέλευση μεταξύ των κλειστών χώρων γίνεται μέσω των αυλών, όπου δημιουργείται ο πηλός και γίνεται το στέγνωμα των αγγείων. Στον εξωτερικό χώρο βρίσκονται οι δεξαμενές επεξεργασίας του χώματος και τα καμίνια. Στο εσωτερικό, πέρα από τον χώρο του εργαστηρίου, βρίσκονται επίσης η κοπανίστρια (χώρος χτυπήματος και κοσκινίσματος του χώματος) αλλά και η αποθήκη, όπου τοποθετείται ο έτοιμος πηλός πριν τη χρήση του. Στο παρελθόν συχνά υπήρχε και μια γωνία αφιερωμένη στον ύπνο και τη μαγειρική, με πρόχειρα στρώματα και την παραδοσιακή πανοστριά (τζάκι κατάλληλα προσαρμοσμένο, ώστε να εξυπηρετεί το μαγείρεμα).
Οι τροχοί τοποθετούνται όσο το δυνατόν πιο μακριά από ρεύματα αέρα και κατά προτίμηση μακριά από τα ανοίγματα. Εκατέρωθέν τους υπάρχουν πάντα πάγκοι, που χρησιμοποιούνται είτε ως μαλακταριές για το ζύμωμα του πηλού, πριν μεταφερθεί στον τροχό, είτε για τη στερέωση των σανίδων πάνω στις οποίες τοποθετούνται τα έτοιμα σκεύη. Τα σύγχρονα καμίνια τοποθετούνται και αυτά στο εσωτερικό του εργαστηρίου διευκολύνοντας έτσι τη συνολική διαδικασία παραγωγής.
Ο εξοπλισμός των αγγειοπλαστών αποτελείται από:
– τους μηχανοκίνητους πλαϊνούς τροχούς, οι οποίοι αποτελούνται από
α. το πανωτρόχι, την επιφάνεια πάνω στην οποία γίνεται η κατασκευή των πήλινων,
β. την ποδιά, το τμήμα στο κάτω μέρος του τροχού που παλαιότερα γύριζαν με τα πόδια,
γ. τον περάτη, βοηθητική επιφάνεια κάτω από το πανωτρόχι, όπου τοποθετούνται τα εργαλεία,
δ. την καθίστρα, το κάθισμα του αγγειοπλάστη
ε. το μοτέρ,
στ. το πεντάλ, από όπου ο αγγειοπλάστης ελέγχει την ταχύτητα του τροχού,
Οι τροχοί αυτοί λέγονται πλαϊνοί, γιατί το μέρος που κάθεται ο τεχνίτης, η «καθίστρα» είναι στα αριστερά του τροχού, με αποτέλεσμα ο μάστορας να δουλεύει πλευρικά.
– το κολύφι, την πήλινη λεκάνη με το νερό που χρησιμοποιείται κατά την κατασκευή των κεραμικών.
- τη μαλακταριά, τον πάγκο διπλά στον τροχό, πάνω στον οποίο ζυμώνεται ο πηλός σε καβούλες (ισομεγέθεις μπάλες ή μικροί κύλινδροι), ώστε να είναι έτοιμος για το τροχό.
- το ζυμωτήριο: ηλεκτρικό μηχάνημα που κάνει το πρώτο ζύμωμα του πηλού μόλις έρθει από την αποθήκη. Με το ζύμωμα ο πηλός αποκτά ομοιογένεια ως προς την υφή και την υγρασία του και μπορεί να διαμορφωθεί σε μασούρια (χονδρά κορδόνια κυλινδρικής μορφής), έτοιμα να κοπούν και να γίνουν καβούλες στη μαλακταριά. Εάν δεν υπάρχει στο αγγειοπλαστείο ζυμωτήριο, το αρχικό ζύμωμα του πηλού και ο διαχωρισμός του σε καβούλες γίνεται στη μαλακταριά.
- τις πελεκούδες: ξύλινα επίπεδα εργαλεία με στιλπνή επιφάνεια και μια τρύπα στη μέση για να περνάει το μεσαίο δάκτυλο και να σταθεροποιείται στο χέρι. Με ευθείες αλλά και οβάλ πλευρές, για να προσαρμόζονται κατάλληλα σε όλες τις επιφάνειες, χρησιμεύουν στο τέλειο στρώσιμο της εξωτερικής επιφάνειας του κεραμικού και στο τελικό του σχήμα.
- το γεράνι: παλαιοτέρα ήταν κλαδάκι ελιάς ή λυγαριάς. Τώρα πλέον οι αγγειοπλάστες χρησιμοποιούν μια μεταλλική μικρή βέργα, με την οποία μετρούν την απόσταση από το κέντρο του τροχού στο ‘μέγιστο φάρδος’ του κατασκευαζόμενου αντικειμένου. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται η κατασκευή όμοιων σε ύψος και φάρδος αγγείων.
- την κόρδα ή τριχιά: συνήθως είναι χορδή από λαούτο ή βιολί. Χρησιμεύει για την αποκόλληση του κεραμικού από το πανωτρόχι.
-το πλουμιστήρι: μοιάζει με κανατάκι που χρησιμοποιείται για τη διακόσμηση (πλούμισμα) των κεραμικών με άσπρο μπαντανά.
- το κωλοτήρι: ειδικό εργαλείο για το φινίρισμα του πάτου των τσικαλιών. Χρησιμεύει για να κτυπούν τον πάτο των τσικαλιών, ώστε να του δώσουν την τελική, κυρτή του φόρμα.
- τη φιλιέρα, χειροκίνητο κυλινδρικό περιστρεφόμενο μηχανισμό, που ανοίγει ισόπαχα φύλλα πηλού, για τη δημιουργία αντικειμένων που δεν γίνονται στο τροχό, αλλά απαιτούν άλλες τεχνικές, όπως η συγκόλληση φύλλων πηλού ή ακόμη και επίπεδες πλάκες πηλού από τις οποίες γίνονται πιατέλες, πινακίδες κ.ά.
- τον τόρνο ή πρέσα: για την παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων όμοιων αντικειμένων, κυρίως πιάτων.
- τα καλούπια για μαζική παραγωγή κυρίως μικρών ποτηριών.
- τους μπαντανάδες, χρωματιστά πυκνόρρευστα διαλύματα με βάση τον ρευστό πηλό, κυρίως σε λευκό χρώμα, που χρησιμοποιούνται στη διακόσμηση των παραδοσιακών κεραμικών. Τα τελευταία χρόνια οι αγγειοπλάστες της Σίφνου έχοντας βελτιώσει τις τεχνικές τους αλλά και τους τρόπους διακόσμησης, χρησιμοποιούν και χρωματιστούς μπαντανάδες που παρασκευάζουν οι ίδιοι.
- τα σανίδια, μακριές φαρδιές ξύλινες τάβλες, πάνω στις οποίες τοποθετούνται τα κεραμικά για στέγνωμα, αμέσως μετά την κατασκευή τους στο τροχό, και στη συνέχεια για το «λιάσιμό» τους, ώστε να φύγει τελείως η υγρασία πριν το καμίνιασμα.
- τη σφουγγαρίστρα: μηχάνημα με έναν απορροφητικό περιστρεφόμενο φαρδύ ιμάντα. Χρησιμεύει για την αφαίρεση της εφυάλωσης από τον πάτο των κεραμικών πριν τον ψήσιμο. Η διαδικασία αυτή είναι απαραίτητη γιατί, εάν τα κεραμικά κατά το ψήσιμο έχουν εφυάλωση και στον πάτο, τότε θα κολλήσουν πάνω στα ράφια του καμινιού.
- τα ηλεκτρικά καμίνια διαφόρων τύπων, ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε αγγειοπλάστη. Συνήθως η θερμοκρασία ψησίματος κυμαίνεται μεταξύ των 920-1050 °C.
- τα ξυλοκάμινα: λειτουργούν με ξύλα σε υπαίθριους χώρους και είναι δύο ειδών: τα στρογγυλά μονώροφα και τα τετράγωνα διώροφα. Και οι δύο τύποι είναι ανοδικής καύσης, με τη φωτιά στο κατώτερο επίπεδο (χώρος καύσης) και τα αγγεία ακριβώς από πάνω. Ως κύρια καύσιμη ύλη χρησιμοποιούνται κλαδιά και θάμνοι. Τα δύο επίπεδα διαχωρίζονται μεταξύ τους με ένα διάτρητο δάπεδο από όπου περνούσαν οι φλόγες, ο καπνός και τα θερμά αέρια κατά τη διαδικασία ψησίματος των κεραμικών. Ορισμένοι αγγειοπλάστες χρησιμοποιούν ακόμη τα παραδοσιακά καμίνια για τα κεραμικά χωρίς εφυάλωση.
Στα μικρά μονώροφα καμίνια, που έχουν μόνο έναν χώρο όπτησης (ψησίματος) ψήνονται τα μονόπυρα σκεύη, καθώς δεν χρειάζονται δεύτερο ψήσιμο για την εφυάλωση. Τα μονώροφα καμίνια συχνά δεν είχαν οροφή. Κατή τη διάρκεια του ψησίματος, ο χώρος όπτησης κλείνεται πρόχειρα με σπασμένα κεραμικά και λαμαρίνες.
Τα τετράγωνα καμίνια, που ήταν τα πλέον διαδεδομένα πριν από την επικράτηση των ηλεκτρικών κλιβάνων, έχουν δύο χώρους όπτησης, τον ένα πάνω από τον άλλο, με διαχωριστικό και σε αυτή την περίπτωση ένα διάτρητο πάτωμα. Σε κάθε ένα από τα δύο επίπεδα ψήνονται κεραμικά που βρίσκονταν σε διαφορετικό στάδιο παραγωγής. Στο πάνω επίπεδο τοποθετούνται τα αγγεία που ψήνονται για πρώτη φορά, ενώ στο κάτω αυτά που ξαναψήνονται για να υαλοποιηθεί η εφυάλωση. Η σκεπή είναι θολωτή με δύο ή τρία ανοίγματα για την έξοδο του καπνού. Σε περίπτωση βροχής φράζονται και αυτά με μικρές λεκάνες ή κομμάτια από σπασμένα αγγεία.
Η χωρητικότητα των διώροφων καμινιών φτάνει τα 60 τεμάχια κεραμικών στο κάτω επίπεδο και 20 στο πάνω. Ο τύπος αυτός καμινιών είναι μοναδικός στον ελλαδικό χώρο και εντοπίζεται μόνο στη Σίφνο και τα μέρη που εγκαταστάθηκαν Σιφνιοί αγγειοπλάστες.
Πριν την εισαγωγή των ηλεκτρικών κλιβάνων η διαδικασία του καμινιάσματος ήταν πολύ κοπιώδης, απαιτούσε οργάνωση, παρατηρητικότητα και εμπειρία, προκειμένου τα κεραμικά να ψηθούν στην κατάλληλη θερμοκρασία και διάρκεια αλλά και να εξασφαλισθεί η μέγιστη αντοχή τους. Ξεκινούσε με το κροπύρωμα (προθέρμανση) του καμινιού με καύσιμη ύλη κλαδιά και φρύγανα. Διαρκούσε από τρεις έως πέντε ώρες. Ακολουθούσε για άλλες τρεις με τέσσερις ώρες το φορτσάρισμα, δηλαδή το εντατικότερο και ταχύτερο ψήσιμο, διαδικασία που απαιτούσε συνεχές «τάισμα» και εποπτεία από τον μπασπερέτη που είχε την ευθύνη του καμινιού. Αρχικά κατά το ψήσιμό τους τα αγγεία δίνουν μια μαύρη όψη, έπειτα αρχίζουν να φεγγίζουν και να κοκκινίζουν και, όταν πλέον είναι έτοιμα, «ασπρογαλανιάζουν», όπως λέγεται στη γλώσσα των αγγειοπλαστών της Σίφνου. Στο στάδιο αυτό, η ποιότητα των ψημένων κεραμικών εξαρτιόταν αποκλειστικά από την ικανότητα του μπασπερέτη να σταματήσει τη φωτιά στο κατάλληλο σημείο, γεγονός που αποδεικνύει και τη σημασία της θέσης και των αρμοδιοτήτων του.
[/toggle]
[toggle title=”5. Προϊόντα ή εν γένει υλικά αντικείμενα που προκύπτουν ως αποτέλεσμα της επιτέλεσης/άσκησης του στοιχείου ΑΠΚ “]
Στη μακρόχρονη ενασχόληση των Σιφνιών με τα κεραμικά, υπήρξαν συγκεκριμένες φόρμες αγγείων τα οποία ξεχώρισαν και θεωρούνται αντιπροσωπευτικά της σιφνέικης αγγειοπλαστικής. Πολλά από τα σκεύη αυτά, όπως τα μαγειρικά σκεύη τσικάλι, γιουβέτσι, μαστέλο, κ.ά., παράγονται ακόμα και σήμερα, διατηρώντας την αρχική τους χρήση. Άλλα έχουν αλλάξει χρήσεις, όπως για παράδειγμα τα διψέλια (κυψέλες για τις μέλισσες) που χρησιμοποιούνται ως κάδοι, οι φλάροι (καμινάδες) που μετατρέπονται σε φωτιστικά κ.ά. Επίσης, κάποια αγγεία πλέον δεν κατασκευάζονται ή κατασκευάζονται μετά από ειδικές παραγγελίες, όπως τα μεγάλα πιθάρια, τα μικρότερα αποθηκευτικά αγγεία, οι μεγάλες λεκάνες ζυμώματος κ.ά. Τα πιο χαρακτηριστικά παραδοσιακά αγγεία της Σίφνου είναι τα παρακάτω:
– O φλάρος: χαρακτηριστικό σιφνέικο κεραμικό που χρησίμευε ως καμινάδα. Τα πλαϊνά ανοίγματά του επιτρέπουν την έξοδο του καπνού, ενώ ταυτοχρόνως εμποδίζουν την είσοδο του νερού της βροχής. Οι ντόπιοι χρησιμοποιούν τους φλάρους συνήθως στα σπίτια των χωριών. Στις θημωνιές, δηλαδή στις αγροτικές καλύβες, στη θέση των φλάρων χρησιμοποιούν περισσότερο τα σπασμένα και άχρηστα πιθάρια, γνωστά ως κουρούπια, που τα σκεπάζουν με μια πλάκα για να μην περνά η βροχή.
- Τα τσικάλια: μαγειρικό σκεύος, το κυριότερο της παλαιότερης σιφνέικης αγγειοπλαστικής παραγωγής. Χρησίμευε για το μαγείρεμα πάνω από ανοικτή φωτιά. Εξαιτίας του πυρίμαχου πηλού και του κυρτού πυθμένα του ήταν ιδιαίτερα ανθεκτικό στις φλόγες και γι’ αυτό ήταν περιζήτητο σε όλο το Αιγαίο. Χρησιμοποιούνταν για το μαγείρεμα κυρίως λαδερών και κοκκινιστών φαγητών.
- Η κατσαρόλα: σκεύος σαν το τσικάλι, με επίπεδο όμως πάτο. Χρησιμοποιείται για μαγείρεμα φαγητών στον φούρνο.
- Το μαστέλο: δοχείο με δύο λαβές που χρησιμοποιείται μία φορά τον χρόνο, για το μαγείρεμα του κρέατος της Λαμπρής στον φούρνο. Πριν το ψήσιμο τοποθετούνται στον πυθμένα αμπελόκλαδα και πάνω σε αυτά το κρέας, συνήθως κατσικάκι, για να μην καεί. Το σκεύος σκεπάζεται καλά με λαδόκολλα αντί για καπάκι. Φέρει συχνά γραπτό διάκοσμο και τις λέξεις “Χριστός Ανέστη” καθώς και το όνομα της οικογένειας στην οποία ανήκει .
- Το γιουβέτσι: μαγειρικό σκεύος ανοικτού σχήματος με καπάκι και δύο λαβές. Χρησιμεύει για το μαγείρεμα κρέατος με ζυμαρικά στον φούρνο.
- H σκεπασταριά (ή τσικάλι φούρνου): σκεύος για το μαγείρεμα της ρεβυθάδας στον φούρνο. Συχνά κατά το μαγείρεμα το καπάκι φράζεται με ζυμάρι για να μη διαφεύγει ο ατμός.
- Η φουφού: φορητή εστία με δύο επίπεδα που διαχωρίζονταν μεταξύ τους με σχάρα. Στο πάνω επίπεδο σε σχήμα λεκάνης με διάτρητο πυθμένα έμπαιναν κάρβουνα. Το κάτω επίπεδο, που ουσιαστικά ήταν μια κυλινδρική ψηλή βάση με δύο πλαϊνά ανοίγματα, αποσκοπούσε στην καλή κυκλοφορία του αέρα, ώστε να παραμένουν αναμμένα τα κάρβουνα από πάνω. Χρησιμοποιούνταν κυρίως για το ψήσιμο των ψαριών.
- Η στάμνα: αγγείο με δύο λαβές για μεταφορά νερού, σπανιότερα κρασιού ή λαδιού. Ο διάκοσμος, με φυτικά μοτίβα, γίνεται με λευκό μπαντανά. Η κατασκευή της στάμνας απαιτούσε ιδιαίτερες ικανότητες στον τροχό.
- Το μισόσταμνο: μικρότερο αγγείο νερού
- Το βαρκόσταμνο ή φαρδόκολο σταμνί: μικρό σταμνί με επίπεδη βάση για νερό. Χρησιμοποιούνταν από τους ψαράδες πάνω στη βάρκα κατά τη διάρκεια του ψαρέματος. Χάρη στην επίπεδη βάση έμενε σταθερό και δεν ανατρεπόταν εύκολα.
- Το κανάτι: σταμνί με μία λαβή, κατάλληλο για μεταφορά νερού από μικρά παιδιά.
- Η κουρκουνιά: μικρό σταμνί χωρίς λαβές, με μακρύ λαιμό, που εξυπηρετούσε το κέρασμα με το πιάσιμο από το λαιμό. Όταν είχε και πήλινο σκέπασμα την ονομάζαν καράφα.
- Η λεκάνη: για ζύμωμα ψωμιού αλλά και πλύσιμο πιάτων, ρούχων και ποδιών.
- Ο αρμεός: σκεύος για άρμεγμα και σούρωμα του γάλακτος. Το στόμιό του είναι από κατασκευής καλυμμένο κατά το ήμισυ, ώστε να μην υπερχειλίζει και χύνεται το γάλα κατά τη μετάγγιση.
- Το διψέλι: πήλινη κυψέλη με μακρύ, σχεδόν κυλινδρικό σχήμα. Έχει πήλινο καπάκι με πολύ μικρές τρύπες στο μέγεθος περίπου της μέλισσας, για να μπορούν να μπαινοβγαίνουν τα μελίσσια. Η κυψέλη τοποθετείται στα πλάγια, συνήθως πάνω σε πεζούλι, για να μην επηρεάζει τις μέλισσες η υγρασία του εδάφους.
- Tο καπνιστήρι (ή θυμιατό ή μελισσοκαπνιστήρι ή μπουρλότο): σκεύος απαραίτητο για τον μελισσοκόμο. Ανάβοντας στο εσωτερικό του καπνιστηριού μικρή φωτιά με κοπριά και φυσώντας από το άνοιγμα, ο μελισσοκόμος κατευθύνει τον καπνό μέσω του σωλήνα κατευθείαν στις διψέλες. Ο πυκνός καπνός ζαλίζει τις μέλισσες και τις απομακρύνει, ώστε να μπορούν οι μελισσοκόμοι να τρυγήσουν το μέλι με ευκολία.
- Oλάηνας: κυρίως επιτραπέζιο σκεύος για τη μεταφορά νερού στο τραπέζι ή στην κολυμπήθρα για την βάφτιση, για το γέμισμα της γούρνας του αγιασμού ή ακόμα και για την άλμη για τις ελιές. Το χρησιμοποιούσαν επίσης στο μαγγανοπήγαδο αντί για κουβά.
- Tο λαήνι (ή κανάτα): επιτραπέζιο σκεύος που χρησιμεύει κυρίως ως κανάτα κρασιού, αλλά και ως δοχείο για το νερό, ή ακόμα και ως αντλητήριο νερού από το πηγάδι. Συνήθως το χρησιμοποιούσαν οι αγρότες στις βοηθητικές κατοικίες των αγρών (θημωνιές), για να βγάζουν και να κερνούν κρασί απευθείας από το κουρούπι. Στη Σίφνο συνδέεται με το έθιμο του Κλήδονα.
- H γαβάθα: βαθύ πιάτο
- H απλάδενα: μεγάλη πιατέλα που εξυπηρετούσε στο τραπέζι όλη την οικογένεια, ενώ χρησιμοποιούνταν ιδίως για το σερβίρισμα της ρεβυθάδας.
- Tο μεθήρι: μεγάλο πιθάρι για την κατασκευή του οποίου απαιτούνταν 60 κιλά πηλού. Τα πιθάρια αυτά κατασκευάζονταν κατά κανόνα μόνο ύστερα από παραγγελία και «χτίζονταν» στα σημεία ένωσης, όπως γινόταν στην Κρήτη.
- O λύχνος ή λυχνάρι: σκεύος φωτισμού με καύση λαδιού.
- Tο κουρούπι: πιθάρι για την οινοποίηση του γλυκού και κόκκινου κρασιού.
- H πινιάτα: μικρό πήλινο δοχείο για την αποθήκευση ελιών.
- Tο κιούπι: για τη φύλαξη λαδιού, ξηρών καρπών, μελιού και του τοπικού τυριού, της γυλωμένης μανούρας (ημίσκληρο τυρί από αιγοπρόβειο γάλα με έντονα πικάντικη γεύση).
- H γλάστρα: σε διάφορα μεγέθη για την καλλιέργεια φυτών και λουλουδιών.
- Tο τσουκαλούδι (ή προτζυμόλο): μικρό δοχείο με καπάκι μέσα στο οποίο φυλαγόταν η μαγιά για το ζύμωμα.
- Tο βερούδι: δοχείο με τοξωτό χερούλι πάνω από το χείλος και καπάκι για τη μεταφορά φαγητού στους αγρότες.
- Tο σιφούνι: χρησίμευε στην άντληση του κρασιού από το κουρούπι.
- Tο μαγκάλι: για τη θέρμανση του δωματίου με αναμμένα κάρβουνα.
- Tα τρυπητά: σκεύη για το σούρωμα των μακαρονιών.
Εκτός από αυτά τα παραδοσιακά αγγεία, τα σιφνέικα εργαστήρια κατασκευάζουν επιπλέον μια πλειάδα από άλλα χρηστικά σκεύη ακόμα και ιδιαίτερα κεραμικά, με βάση συγκεκριμένες παραγγελίες. όπως:
- πιάτα, πιατέλες, μπολ σε διάφορα σχήματα και μεγέθη
- ποτήρια, κούπες, φλιτζάνια, σερβίτσια τσαγιού και καφέ
- σταχτοδοχεία
- επιτραπέζιες καράφες, κανάτες και μπουκάλια πλούσια διακοσμημένα για το σερβίρισμα
- δοχεία (με καπάκια) αποθηκευτικά σε διάφορα μεγέθη για στέρεα προϊόντα (αλεύρι, ζάχαρη, κ.ά.).
Αυξημένη ζήτηση έχουν επίσης τα διακοσμητικά και αναμνηστικά αντικείμενα που μπορούν εύκολα να προμηθευτούν και να μεταφέρουν οι επισκέπτες του νησιού. Τέτοια είναι οι κουμπαράδες, τα γούρια, τα πήλινα μαγνητάκια. Επιπλέον, γίνονται ειδικές παραγγελίες για διάφορες χρήσεις, όπως φωτιστικά, μπομπονιέρες, πινακίδες σήμανσης δρόμων/οδών, βραβεία, τιμητικές πλακέτες και αφιερώματα σε εκκλησίες, θυμιατά και καντήλια.
Ανά διαστήματα, ορισμένοι αγγειοπλάστες έχουν δημιουργήσει και συλλεκτικά κεραμικά που είτε έχουν εκτεθεί είτε διατίθενται προς πώληση σε εκθέσεις στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, όπως στην Πανελλήνια Έκθεση Κεραμικής και Αγγειοπλαστικής στο Μαρούσι, τα πωλητήρια Μουσείων στην Αθήνα, κ.ά.
[/toggle]
[toggle title=”6. Ιστορικά στοιχεία για το στοιχείο ΑΠΚ”]
Τα πρώτα ευρήματα κεραμικής στη Σίφνο ανάγονται στην περίοδο του Μεσοκυκλαδικού Πολιτισμού (2000-1500 π.Χ.). Παρ’ όλο που δεν έχουν εντοπιστεί ανασκαφικά κατάλοιπα αρχαίων εργαστηρίων και κλιβάνων κεραμικής, από τις έρευνες προκύπτει ότι η κεραμική αποτελούσε κατά περιόδους μια από τις κύριες ασχολίες των κατοίκων.
Ωστόσο, δεν υπάρχουν ασφαλή τεκμήρια από τα οποία να συνάγεται ότι πριν από τις αρχές του 18ου αιώνα υπήρχε σημαντική αγγειοπλαστική δραστηριότητα στο νησί. Η παλαιότερη μαρτυρία για τη νεότερη κεραμική της Σίφνου, είναι του Γάλλου περιηγητή Joseph Pitton de Tournefort, ο οποίος στις αρχές του 18ου αιώνα αναφέρεται στα ονομαστά τσουκάλια της Σίφνου. Η σημαντική αυτή μαρτυρία αποδεικνύει ότι ήδη από τότε η κεραμική του νησιού εστιαζόταν στην παραγωγή ενός συγκεκριμένου αγγείου, το οποίο τους επόμενους αιώνες θα έκανε διάσημο το νησί: το τσικάλι.
Υπάρχουν όμως και άλλα τεκμήρια που μαρτυρούν ότι ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα οι Σιφνιοί αγγειοπλάστες εξειδικεύτηκαν στην παραγωγή μαγειρικών σκευών. Αυτό οφείλεται και στην ποιότητα του πηλού, που ήταν κατάλληλος για την κατασκευή πυρίμαχων αγγείων, και στην κομβική θέση του νησιού στο κέντρο του Αιγαίου, γεγονός που διευκόλυνε τη διάθεσή τους μέσω των θαλάσσιων δρόμων. Αυτές οι ευνοϊκές παράμετροι συντέλεσαν στη μεγάλη, σχεδόν υπέρμετρη, ανάπτυξη της αγγειοπλαστικής δραστηριότητας στο νησί ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα.
Στην πορεία του χρόνου και χάρη στην εντατική δραστηριότητα των Σιφνιών μαστόρων, η αγγειοπλαστική εξελίσσεται σε βασικό στοιχείο της ταυτότητας του νησιού. Συνδέεται με κάθε πτυχή της ζωής των Σιφνίων. Ξεκινώντας για παράδειγμα από τις τοπικές αγροδιατροφικές παραδόσεις, συγκεκριμένοι τύποι μαγειρικών σκευών προορίζονταν για την παρασκευή φαγητών, όπως η ρεβιθάδα που μαγειρευόταν στη σκεπασταριά ή το κατσικάκι στο μαστέλο. Ακόμα και η αισθητική του σιφνέικου τοπίου διαμορφώθηκε από την τοπική κεραμική παράδοση, με τους χαρακτηριστικούς φλάρους (καμινάδες) να κοσμούν τις στέγες των σιφνέικων σπιτιών.
Τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα τα αγγειοπλαστεία ήταν συγκεντρωμένα στους κεντρικούς οικισμούς του νησιού. Με την ίδρυση όμως του ελληνικού κράτους και την πάταξη της πειρατείας, οι αγγειοπλάστες άρχισαν να εγκαθίστανται στα παράλια του νησιού, όπου οι συνθήκες και προϋποθέσεις ήταν πιο ευνοϊκές, τόσο για την παραγωγή όσο και για τη διακίνηση των κεραμικών. Η αφθονία στις πρώτες ύλες, το χώμα, το νερό και την καύσιμη ύλη, καθώς και οι ήπιες κλιματολογικές συνθήκες ευνόησαν ιδιαιτέρως την άσκηση της αγγειοπλαστικής. Ειδικότερα όσον αφορά στο χώμα, η τοπική πυρίμαχη άργιλος ήταν κατάλληλη για τη δημιουργία πυρίμαχων αγγείων, καθιστώντας έτσι τη Σίφνο ασυναγώνιστο τόπο παραγωγής μαγειρικών σκευών.
Τα σιφνέικα κεραμικά έφταναν μέσω θαλάσσης σε όλα τα παράλια της Ελλάδας, αλλά και σε χώρες του εξωτερικού, όπως η Τουρκία, η Κύπρος, η Αίγυπτος, κ.ά. Χαρακτηριστικά, την περίοδο πριν τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο στα παράλια της Σίφνου λειτουργούσαν περί τα 45 αγγειοπλαστεία, με περισσότερους από 100 τροχούς, 500 άτομα εργατικό δυναμικό και παραγωγή εκατοντάδων χιλιάδων κεραμικών[1]. Μέχρι και τα μέσα περίπου του 20ού αιώνα, η αγγειοπλαστική γνώρισε αξιοσημείωτη ακμή και οι Σιφνιοί αγγειοπλάστες και καραβοκύρηδες ανέπτυξαν έντονη εμπορική δραστηριότητα τόσο στα γύρω νησιά, όσο και σε πιο απομακρυσμένες περιοχές.
Ο μεγάλος αριθμός τεχνιτών που συγκεντρώνονταν σταδιακά στα αγγειοπλαστεία οδήγησε στη μετακίνηση, εποχιακή και κάποτε μόνιμη, των αγγειοπλαστών σε άλλα νησιά του Αιγαίου. Οι αγγειοπλάστες μετακινούνταν συνήθως οργανωμένοι σε συντροφιές, τα γνωστά τακίμια. Η διασπορά των Σιφνιών αγγειοπλαστών συνέβαλε στην εξάπλωση της τοπικής αγγειοπλαστικής παράδοσης και σταδιακά το όνομα Σιφνιός έγινε συνώνυμο του αγγειοπλάστη. Μάλιστα, σε πολλά μέρη στα οποία εγκαταστάθηκαν Σιφνιοί αγγειοπλάστες, συναντάμε τοπωνύμια/οδωνύμια που συνδέονται με τη δράση τους, όπως οδός Σιφνίων Αγγειοπλαστών στο Μαρούσι, Σιφνέικος Γιαλός στην Αντίπαρο, Τσουκαλαριά σε Φολέγανδρο, Τήνο, Μύκονο κ.ά.
Η μετοίκιση των αγγειοπλαστών σε άλλες περιοχές, και ειδικά στα αστικά κέντρα, είχε συχνά ως αποτέλεσμα και την οριστική εγκατάστασή τους, την αποκοπή τους από την αγροτική κοινωνία και την πλήρη ένταξη στην αστική πραγματικότητα. Ειδικά στην Αττική, πολλοί Σιφνιοί αγγειοπλάστες εγκαταστάθηκαν στο Μαρούσι, όπου δημιούργησαν μια νέα κοινότητα και ένα νέο κέντρο παραγωγής των σιφνέικων κεραμικών. Η επιλογή της περιοχής δεν ήταν τυχαία, αφού το μέρος διέθετε άργιλο σε κοντινή απόσταση και νερό. Παρά τις αρχικές αντιξοότητες, η μαεστρία και οι αποδόσεις των τεχνιτών είχαν ως αποτέλεσμα την ανάδειξη του Μαρουσιού σε πυρήνα αγγειοπλαστικής δραστηριότητας, ενεργό και ιδιαίτερα γνωστό μέχρι σήμερα.
Ο καταμερισμός εργασίας στα σιφνέικα αγγειοπλαστεία ακολουθούσε το παραδοσιακό σχήμα με τον αρχιμάστορα, και συνήθως ιδιοκτήτη του εργαστηρίου, να είναι στην κορυφή της πυραμίδας. Συνεργαζόταν με άλλους μάστορες, συχνά μέλη της ίδιας οικογένειας, ή άλλους συγγενείς. Βεβαίως, δεν έλειπαν και οι νέοι μαθητευόμενοι ή αλλιώς τσιράκια. Μέχρι και τη δεκαετία του 1970, τα εργαστήρια βασίζονταν σε μεγάλο βαθμό στην εργασία των εξειδικευμένων βοηθών, με τον καθένα να συνδέεται με συγκεκριμένο στάδιο στη διαδικασία κατασκευής των κεραμικών. Έτσι, στο σιφνέικο εργαστήριο μέχρι και τη δεκαετία του 1970 πρωταγωνιστούν:
- Ο μάστορας: η ικανότητα και η σβελτάδα του μεταφραζόταν σε νούμερα παραγωγής, από τα οποία εξαρτιόταν και το μεροκάματό του, σε περίπτωση που δεν ήταν ο ιδιοκτήτης του εργαστηρίου.
- Ο μπασπερέτης: εξειδικευμένος τεχνίτης με εξίσου σημαντικό ρόλο με τον μάστορα, αφού αναλάμβανε όλη την προετοιμασία της παραγωγής, από τη στιγμή που ο αγγειοπλάστης ολοκλήρωνε το αγγείο μέχρι και το ξεκαμίνιασμα, την απομάκρυνσή του δηλαδή από τον κλίβανο μετά την ολοκλήρωση του ψησίματος. Στα καθήκοντά του ήταν ο έλεγχος του στεγνώματος των αγγείων, πριν το ψήσιμο, το μπαντάνισμα (το πέρασμα των τοιχωμάτων των κεραμικών με κόκκινο ή λευκό επίχρισμα, τον μπαντανά), το πρώτο καμίνιασμα, το υάλωμα των κεραμικών και το δεύτερο ψήσιμο τους.
- Ο λασπάς ή το κοπέλι: ο μόνιμος βοηθός στο εργαστήριο, που αναλάμβανε να κοπανήσει και να κοσκινίσει το χώμα, πριν μπει στις καρούτες, και να ζυμώσει τον πηλό στην αποθήκη.
- Ο κλαδάς: υπεύθυνος για την κοπή και τη μεταφορά των κλαδιών και των φρυγάνων στο ξυλοκάμινο.
- Ο χωματάς: υπεύθυνος για το σκάψιμο και τη μεταφορά του χώματος στο αγγειοπλαστείο.
Μετά τη δεκαετία του 1970 και την εισαγωγή ηλεκτρικών μηχανημάτων, ο ρόλος των βοηθών μειώνεται δραστικά και στις μέρες μας περιορίζεται σε ένα ή δύο άτομα που αναλαμβάνουν διάφορες βοηθητικές εργασίες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στα παραδοσιακά αγγειοπλαστεία πριν από τη δεκαετία του 1960 οι γυναίκες δεν συμμετείχαν σχεδόν καθόλου στην παραγωγή. Μέχρι τη δεκαετία του 1950 τα περισσότερα αγγειοπλαστεία ήταν εκτός οικισμών, με αποτέλεσμα οι γυναίκες να αναλαμβάνουν αποκλειστικά την οργάνωση του νοικοκυριού τους και οι άντρες να διαμένουν μόνοι τους στα εργαστήρια, για όσο διάστημα ήταν απαραίτητο. Η «είσοδος» των γυναικών στο εργαστήριο έγινε όταν αναπτύχθηκαν οικισμοί κοντά στα εργαστήρια ή ακόμα και όταν ιδρύθηκαν εργαστήρια μέσα σε οικισμούς.
Οι γυναίκες βοηθούσαν αρχικά σε δευτερεύουσες εργασίες, όπως στη μεταφορά των κεραμικών από το εργαστήριο στο καμίνι ή στο γιαλό, για όσα φορτώνονταν στα καΐκια, προκειμένου να πωληθούν σε άλλες περιοχές. Η εμπλοκή των γυναικών αυξάνεται με την αύξηση της ζήτησης κεραμικών στο πλαίσιο της τουριστικής ανάπτυξης του νησιού. Η ανάγκη κατασκευής κεραμικών με επιμελημένη διακόσμηση οδήγησε τις συζύγους ή τις κόρες των αγγειοπλαστών να αναλάβουν την εργασία της διακόσμησης.
Οι αλλαγές στις σχέσεις ζήτησης και προσφοράς, σε συνδυασμό με την υπερπαραγωγή και τη συσσώρευση μεγάλου αριθμού αγγειοπλαστών στα εργαστήρια, οδήγησαν αναπόφευκτα σε μεταβολές και στη μορφή των τσικαλαριών στη Σίφνο, τα οποία με τον καιρό μετατράπηκαν από οικοτεχνίες σε βιοτεχνίες. Παρ’ όλα αυτά, ακόμα και σήμερα, το κάθε τσικαλαριό διατηρεί μια κατά βάση οικογενειακή μορφή, διαφυλάσσοντας ταυτόχρονα τη μετάδοση της παραδοσιακής τεχνογνωσίας στα νεότερα μέλη της οικογένειας.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι εξελίξεις στην τεχνολογία, οι νέες συνθήκες και τα νέα υλικά εισαγωγής επέδρασαν τόσο στη χρήση της κεραμικής γενικότερα, όσο και στην κεραμική παραγωγή της Σίφνου ειδικότερα. Πλαστικά και μεταλλικά σκεύη χρησιμοποιούνται πλέον όλο και πιο συχνά, ενώ η ευρεία χρήση ηλεκτρικών οικιακών συσκευών (π.χ. ψυγεία, κουζίνες), αλλά και η υδροδότηση των νοικοκυριών μειώνουν δραστικά την ανάγκη για πήλινα σκεύη και αγγεία, όπως η στάμνα, το τσουκάλι και τα πιθάρια. Έτσι, κατά τις δεκαετίες 1950-1970 πολλά αγγειοπλαστεία της Σίφνου κλείνουν.
Μπροστά σε μια νέα πλέον πραγματικότητα, στα τέλη της δεκαετίας του 1960, ο Εθνικός Οργανισμός Ελληνικής Χειροτεχνίας (Ε.Ο.Ε.Χ.) εγκαινίασε ένα πρόγραμμα για την ενίσχυση των χειροτεχνικών επαγγελμάτων, όπως της υφαντικής, της ξυλογλυπτικής και της κεραμικής. Το τελευταίο περιελάμβανε τη μελέτη νέων σχημάτων, τη χρήση νέων υλικών αλοιφώματος καθώς και τρόπων παραγωγής πηλού. Στο πλαίσιο του προγράμματος, ο ζωγράφος Κ. Κουνάδης σε συνεργασία με τον Ιταλό κεραμιστή V. Vecceni, μελέτησαν τις δυνατότητες αναδιάρθρωσης της σιφνέικης κεραμικής με γνώμονα τις νέες τεχνολογίες και τις νέες ανάγκες της αγοράς. Ωστόσο, ο σχεδιασμός αυτός δεν προχώρησε και το πρόγραμμα ματαιώθηκε το 1967.
Το μέλλον της σιφνέικης αγγειοπλαστικής προοιωνιζόταν ζοφερό με κίνδυνο να εκλείψει η τέχνη οριστικά. Ωστόσο, η ραγδαία αύξηση του τουρισμού στο νησί από τη δεκαετία του 1980 και μετά σηματοδότησε νέες εξελίξεις. Οι καλοκαιρινοί επισκέπτες ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα για τον πολιτισμό, τη γαστρονομία και τη λαϊκή τέχνη του νησιού. Οι τουρίστες αγόραζαν τα τοπικά πήλινα μαγειρικά σκεύη αλλά και κάθε είδους μικρά κεραμικά ως ενθύμια της επίσκεψής τους. Το νέο αυτό αγοραστικό κοινό έδωσε νέα πνοή στην κεραμική της Σίφνου. Παράλληλα με την παραγωγή των παραδοσιακών σιφνέικων κεραμικών, νέα είδη εισάγονται στη γραμμή παραγωγής των ντόπιων αγγειοπλαστών. Δημιουργούνται νέα σκεύη επηρεασμένα από την αστική κεραμική, όπως σερβίτσια του καφέ και του τσαγιού, πιατέλες σερβιρίσματος, μικρά ατομικά γιουβέτσια, τα περισσότερα με πλούσια διακόσμηση. Παράλληλα, μικρογραφικά αγγεία, αντίγραφα των παλαιότερων αγγείων, ή νέες δημιουργίες κάνουν την εμφάνισή τους, ικανοποιώντας την επιθυμία των επισκεπτών να αγοράσουν κάτι μικρό, φθηνό και με τοπικό χρώμα.
Οι αγγειοπλάστες δεν εξελίσσουν ωστόσο μόνο τα σχήματα και τη διακόσμηση. Παράλληλα, συμβαίνουν μεγάλες τεχνολογικές αλλαγές. Η πιο σημαντική είναι αναμφισβήτητα η εισαγωγή ηλεκτρικών μηχανημάτων κυρίως καμινιών, ζυμωτηρίων και τροχών από τα μέσα της δεκαετίας του 1970. Παράλληλα, η πρόσβαση σε βιομηχανικές πρώτες ύλες από εργοστάσια της Αθήνας και του εξωτερικού αυξάνει συνεχώς. Έτσι, τα μηχανήματα και η έτοιμη πρώτη ύλη διευκολύνουν τη δουλειά του αγγειοπλάστη, μειώνοντας αναπόφευκτα τον αριθμό των εργαζόμενων στο εργαστήριο και επομένως το κόστος παραγωγής.
Με τις νέες αυτές εξελίξεις, από τα τέλη του 1990 μέχρι σήμερα παρατηρείται μια ραγδαία ανάπτυξη της κεραμικής παραγωγής στο νησί. Το 2001, συστάθηκε το Σωματείο Αγγειοπλαστών Σίφνου, μετά από κοινή απόφαση των επαγγελματιών αγγειοπλαστών, με στόχο τη διαφύλαξη και ανάδειξη της αγγειοπλαστικής παράδοσης του νησιού. Σήμερα στη Σίφνο λειτουργούν 16 αγγειοπλαστεία, στα οποία δραστηριοποιούνται αγγειοπλάστες μεγαλύτερων αλλά και νεότερων ηλικιών. Τα περισσότερα είναι οικογενειακές επιχειρήσεις που συνεχίζουν την οικογενειακή παράδοση, η οποία συχνά κρατά πάνω από τρεις γενιές αγγειοπλαστών.
Τα τελευταία χρόνια το επάγγελμα του αγγειοπλάστη ακολουθούν και νέοι που δεν έχουν οικογενειακή παράδοση, γεγονός αισιόδοξο για τη μελλοντική εξέλιξη της τέχνης. Επίσης, πολύ ενθαρρυντικό είναι το γεγονός ότι στη Σίφνο τα τελευταία χρόνια έχουν ξεκινήσει να ασχολούνται με την κεραμική τέχνη και γυναίκες, αν και ο αριθμός αυτών που την ασκούν ως αποκλειστικά επαγγελματική απασχόληση είναι ακόμα μικρός.
1Σπαθάρη-Μπεγλίτη, Ελένη, “Οι αγγειοπλάστες της Σίφνου. Κοινωνική συγκρότηση-παραγωγή-μετακινήσεις”, 111.
[/toggle]
[toggle title=”7. Η σημασία του στοιχείου σήμερα”]
α. Ποια είναι η σημασία του στοιχείου για τα μέλη της κοινότητας/τους φορείς του;
Η κεραμική παράδοση της Σίφνου αποτελεί βασικό στοιχείο της πολιτιστικής κληρονομιάς του νησιού. Συνεχίζοντας μια παράδοση αιώνων, οι Σιφνιοί αγγειοπλάστες σήμερα αναγνωρίζουν τη σημασία της τέχνης τους ως στοιχείου συγκρότησης της ατομικής και συλλογικής τους ταυτότητας και επιμένουν στη συνέχιση και προβολή της στο εγχώριο και διεθνές κοινό.
Η σύγχρονη σιφνέικη κεραμική πατά σταθερά στην παράδοση αλλά διαβλέπει τα δεδομένα και την αισθητική των καιρών. Ο κάθε μάστορας αναπτύσσει παράλληλα με τα παραδοσιακά σχέδια και νέες φόρμες, ενώ το κάθε εργαστήριο έχει το δικό του, ξεχωριστό χαρακτήρα. Οι περισσότεροι μάλιστα διαθέτουν και ιδιόκτητα πωλητήρια σε οικισμούς του νησιού.
Σήμερα, οι νέοι αγγειοπλάστες καλούνται να ανταποκριθούν στις νέες ανάγκες και τις αυξημένες απαιτήσεις τόσο από άποψη ποιότητας όσο και αισθητικής, εκσυγχρονίζοντας τον εξοπλισμό τους και εξελίσσοντας την τέχνη τους. Η αγγειοπλαστική εξακολουθεί να αποτελεί μέσο βιοπορισμού για τους επαγγελματίες της τέχνης, ειδικά για όσους δεν έχουν έσοδα από άλλες δραστηριότητες, όπως η κτηνοτροφία ή ο τουρισμός. Μεταξύ των τοπικών εργαστηρίων επικρατεί πνεύμα άμιλλας και συνεργασίας, ενώ η παραγωγή και πώληση κεραμικών συνεισφέρει σε μεγάλο βαθμό στην τόνωση της τοπικής οικονομίας.
Η αγγειοπλαστική παράδοση της Σίφνου προβάλλεται δυναμικά ως ένα από τα κυρίαρχα στοιχεία της πολιτιστικής ταυτότητας του νησιού. Το Σωματείο Αγγειοπλαστών, σε συνεργασία με τον Δήμο αλλά και μέλη της κοινότητας, διοργανώνει εκθέσεις και δράσεις για την προώθηση της τέχνης και την ενδυνάμωσή της με σκοπό τη διαφύλαξη της πολιτιστικής κληρονομιάς και μνήμης του τόπου.
Αλλά και για την κοινότητα των Σιφνιών αγγειοπλαστών στο Μαρούσι εξίσου σημαντική θεωρείται η διαφύλαξη και ανάδειξης της αγγειοπλαστικής παράδοσης της Σίφνου με σκοπό την ευρύτερη προβολή της τέχνης στο κοινό.
β. Ποια είναι η σημασία του στοιχείου για τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία;
Μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα η κεραμική του Αιγαίου σχεδόν ταυτιζόταν με την σιφνέικη κεραμική. Η υψηλή εξειδίκευση και κατάρτιση των Σιφνιών αγγειοπλαστών σε όλους τους τομείς της αγγειοπλαστικής παραγωγής, σε συνδυασμό με την εγκατάστασή τους σε περιοχές και εκτός Σίφνου, είχε ως αποτέλεσμα τη διάδοση της τέχνης καθώς και όψεων της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της Σίφνου που συνδέονται με την αγγειοπλαστική (π.χ. έθιμα, αγροδιατροφικές παραδόσεις).
Η Σίφνος, ως πολύ σημαντικό κέντρο της νεοελληνικής κεραμικής παράδοσης, εξακολουθεί να αφήνει το αποτύπωμά της στη σύγχρονη ελληνική κεραμική. Με προηγμένη πια τεχνογνωσία, οι Σιφνιοί αγγειοπλάστες εξακολουθούν να δίνουν το στίγμα τους στην πορεία εξέλιξης της κεραμικής τέχνης πανελλαδικά. Ο τρόπος που ακόμα και σήμερα κατασκευάζονται τα χειροποίητα κεραμικά στον τροχό είναι βασισμένος στην παραδοσιακή σιφνέικη τεχνογνωσία και οι περισσότερες φόρμες μαγειρικών σκευών προέρχονται από σιφνέικα πρότυπα.
Στην Αθήνα μεγάλα εργαστήρια ανήκουν ακόμα σε απογόνους Σιφνιών αγγειοπλαστών, ενώ τεχνικές, σχήματα ακόμα και χρήσεις των κεραμικών έλκουν την προέλευση τους από τη σιφνέικη παράδοση. Η κοινότητα αγγειοπλαστών στο Μαρούσι, που σε μεγάλο μέρος της απαρτίζεται από Σιφνιούς, αποτελεί ένα πολύ σημαντικό κέντρο προβολής της τέχνης, με αποτέλεσμα τη διάδοση της σιφνέικης αγγειοπλαστικής και εκτός των ορίων του νησιού.
γ. Συμμετείχε και πώς η κοινότητα στην προετοιμασία της εγγραφής του στοιχείου στο Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς;
Σύσσωμο το Σωματείο Αγγειοπλαστών Σίφνου συμμετείχε ενεργά στη διαδικασία σύνταξης του Δελτίου. Με πρωτοβουλία του Δήμου, διοργανώθηκε μια συνάντηση των αγγειοπλαστών, στη διάρκεια της οποίας έγινε ενημέρωσή τους για την υποβολή υποψηφιότητας με σκοπό την εγγραφή της αγγειοπλαστικής παράδοσης της Σίφνου στο Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδας. Η ανταπόκρισή τους στο κάλεσμα για συλλογή στοιχείων ήταν άμεση. Βάση αυτής της έρευνας αποτέλεσαν τα ερωτηματολόγια που είχαν συνταχθεί παλαιότερα από την Μπέτυ Ψαροπούλου και τα οποία αναμορφώθηκαν για τις ανάγκες της τεκμηρίωσης του στοιχείου της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς. Στα ερωτηματολόγια κάθε αγγειοπλάστης κατέγραψε τις προσωπικές του εμπειρίες, βιωματικές γνώσεις και πρακτικές. Επιπλέον, στις επιτόπιες επισκέψεις που πραγματοποιήθηκαν στα ενεργά εργαστήρια, ο κάθε αγγειοπλάστης έδειξε τις κτηριακές εγκαταστάσεις και τον απαραίτητο εξοπλισμό, τα παραγόμενα σκεύη αλλά και τη διαδικασία της δημιουργίας στον τροχό. Όλα τα παραπάνω τεκμήρια συγκεντρώθηκαν από το Σωματείο Αγγειοπλαστών και την Ομάδα Εργασίας για την προβολή της κεραμικής της Σίφνου και θα μπορέσουν να χρησιμοποιηθούν και στο μέλλον και σε άλλες έρευνες και πολιτιστικές δράσεις.
[/toggle]
[toggle title=”8.Διαφύλαξη/ανάδειξη του στοιχείου”]
α. Πώς μεταδίδεται το στοιχείο στις νεότερες γενιές σήμερα;
Ως επί το πλείστον, η μετάδοση της τέχνης της αγγειοπλαστικής στις νεότερες γενιές γινόταν και εξακολουθεί να γίνεται μέσω της μαθητείας, με επικρατέστερο το μοτίβο του γιου που μαθητεύει δίπλα στον πατέρα του. Οι γιοι από μικροί μέσα στο εργαστήριο εκπαιδεύονταν σε όλα τα στάδια της τέχνης από την παραγωγή πηλού έως την κατασκευή κεραμικών στον τροχό, τη διακόσμηση και το καμίνιασμα.
Επιπλέον, με τις μετακινήσεις των Σιφνιών αγγειοπλαστών σε άλλα μέρη της Ελλάδας και του εξωτερικού η τέχνη διαδόθηκε σε άλλους τόπους και μεταλαμπαδεύτηκε σε νεότερους που μπορεί να μην κατάγονταν από τη Σίφνο. Και σε αυτή την περίπτωση όμως, η εκπαίδευση γινόταν με τη μορφή της βιωματικής διδασκαλίας, με τον νέο τεχνίτη να παρακολουθεί τον μάστορα, η μαεστρία του οποίου καθόριζε σημαντικά και την επιδεξιότητα του μαθητευόμενου. Ο νέος εκπαιδεύεται «κλέβοντας» την τέχνη από τον μάστορα ενώ χρειάζεται να έχει υπομονή και επιμονή, ώστε να ασκηθεί σε μια απαιτητική διαδικασία, κυρίως δε στην τεχνική του τροχού.
Τα τελευταία χρόνια ωστόσο, συμπληρωματικά με τη βιωματική μάθηση, οι νέοι παρακολουθούν και πιο εξειδικευμένα σεμινάρια σε σχολές εκτός νησιού, που τους εισάγουν σε νέες τεχνοτροπίες, υλικά και μεθόδους. Κάποιοι αγγειοπλάστες εκπαιδευτήκαν σε τμήματα του ΟΑΕΔ για την κεραμική (δυστυχώς δεν υπάρχουν πια στην Αθήνα) ή της ΧΕΝ, που στοχεύουν στην οργανωμένη εκμάθηση νέων τεχνικών διακόσμησης και εφυάλωσης των κεραμικών. Επιπλέον, σήμερα, ανάμεσα στους ενεργούς αγγειοπλάστες της Σίφνου, συναντάμε και επαγγελματίες νεότερων γενιών που εκπαιδεύτηκαν σε κέντρα του εξωτερικού και συνδυάζουν σύγχρονες και παραδοσιακές τεχνικές.
β. Μέτρα διαφύλαξης/ανάδειξης του στοιχείου που έχουν ληφθεί στο παρελθόν ή που εφαρμόζονται σήμερα (σε τοπική, περιφερειακή ή ευρύτερη κλίμακα)
Ήδη από τα μέσα του 20ού αιώνα, όταν η σιφνέικη αγγειοπλαστική παραγωγή είχε ήδη φτάσει στο απόγειό της, ξεκίνησαν διάφορες πρωτοβουλίες για τη διαφύλαξη και ανάδειξή της, άλλοτε επιτυχημένες και άλλοτε άκαρπες.
Αρχικά, ο Ε.Ο.Ε.Χ. στα τέλη της δεκαετίας του 1960 ξεκίνησε ένα πρόγραμμα για τον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων και των μεθόδων παραγωγής. Παρά το γεγονός ότι η ντόπια κοινότητα αγγειοπλαστών με προθυμία συμμετείχε στις δράσεις, το πρόγραμμα εντέλει ματαιώθηκε από τον Ε.Ο.Ε.Χ. και μόνο ένα μικρό ποσοστό από τους στόχους υλοποιήθηκε. Η προθυμία και αισιοδοξία των αγγειοπλαστών αποτυπώνεται στα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς του 1969, ως τυπική συνήθεια των Σιφνιών να εκφράζονται μέσα από ρίμες και στιχάκια.
‘Έλα αγόρασε και εσύ ένα πυρέξ από το νησί,
το φαί σου θα έχει ουσία, με πολύ μικρή θυσία.
Τώρα ετούτον τον καιρό, εργάτη στη Σίφνο μας θωρώ,
μέσω του Οργανισμού μας, για το μέλλον του νησιού μας.
Τ’ αγγειοπλάστη η δουλειά δεν είναι όπως η παλιά,
που δουλεύαν νύχτα μέρα και κοπάνιζαν αέρα.
Τώρα δεν κοπανίζουν πια, ούτε ψήνουν με κλαδιά,
με πετρέλαιο μαζούτι γίνετ’ η δουλειά ετούτη.
Δώσε μεγάλη προσοχή, είναι η καλή εποχή,
άνετα να πολεμάτε και λεφτά να αποκτάτε.
Τα έργα σας, όπως γροικώ πάνε και στο εξωτερικό,
κ’ όπως έχουμε διαβάσει, στην Αμερική έχουν φτάσει.
Το χώμα σου το απαλό, σα μάλαμα είναι καλό.
Σίφνο μας αγαπημένη, σε ζηλεύουνε κι οι ξένοι.
Τα σκεύη, τα κουζινικά της Σίφνου είναι εκλεκτά,
μαγειρεύουν μ’ ευκολία και δε βλάπτουν την υγεία.’[1]
Στα χρόνια που ακολούθησαν, προσπάθειες για την καταγραφή του στοιχείου έγιναν και από την ιδρύτρια του Κέντρου Μελέτης Νεώτερης Κεραμεικής (ΚΜΝΚ), Μπέττυ Ψαροπούλου. Σε συνεργασία με φορείς του στοιχείου στη Σίφνο, ξεκίνησε μια συντονισμένη προσπάθεια με σκοπό τη διαφύλαξη και ανάδειξη της αγγειοπλαστικής τέχνης, αλλά και οι πρώτες συζητήσεις για τη δημιουργία ενός Μουσείου Κεραμικής.
Από την ίδρυσή του το 2001, το Σωματείο Αγγειοπλαστών διοργανώνει κατά τους καλοκαιρινούς κυρίως μήνες πλήθος εκθέσεων στη Σίφνο, με καλλιτεχνικές δημιουργίες των μελών του. Χαρακτηριστική ήταν η έκθεση που πραγματοποιήθηκε το 2004 στους χώρους της Ι.Μ. Φυρρογείων, με θέμα τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Στον ίδιο χώρο εκτέθηκε και η δράση «Το κουκί και το ρεβύθι» βασισμένη σε παραμύθι της Λήδας Βαρβαρούση. Ανάλογη δράση έγινε με τη Λήδα Βαρβαρούση στο Τζαμί Τζισδαράκη, παράρτημα του Μουσείου Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού στο Μοναστηράκι. Επίσης, το Σωματείο Αγγειοπλαστών συμμετέχει κάθε χρόνο και στηρίζει τον θεσμό του Φεστιβάλ Γαστρονομίας «Ν. Τσελεμεντές», με επιδείξεις κατασκευής κεραμικών, δίνοντας την ευκαιρία στο κοινό να γνωρίσει από κοντά την τέχνη και τους τεχνίτες της. Από το 2008, το Σωματείο Αγγειοπλαστών Σίφνου, βρίσκεται σε διαρκή επικοινωνία και επιστημονική συνεργασία με το Κέντρο Μελέτης Νεώτερης Κεραμεικής (ΚΜΝΚ). Αντιπρόσωποι του Σωματείου συμμετέχουν σε εκδηλώσεις και φεστιβάλ που διοργανώνονται από το ΚΜΝΚ, αφιερωμένα στην κεραμική στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Το 2017 σε συνεργασία με τον Σύλλογο Επαγγελματιών Σίφνου και τον Δήμο Σίφνου, τα σιφνέικα κεραμικά ταξίδεψαν στο Εθνολογικό Μουσείο του Αμβούργου στο πλαίσιο της έκθεσης «Σίφνος, η ποίηση του Φωτός», που διοργανώθηκε από το Μουσείο του Αμβούργου. Η έκθεση ήταν βασισμένη στην έρευνα του Friedrich Wagner για την αρχιτεκτονική και την κεραμική της Σίφνου.
Σημαντική κίνηση για τη διαφύλαξη ιστορικών στοιχείων σχετικών με την αγγειοπλαστική της Σίφνου αποτελεί η πρόσφατη ψηφιοποίηση του αρχείου του Σωματείου Αγγειοπλαστών Σίφνου. Το ψηφιοποιημένο αρχείο περιέχει φωτογραφικό υλικό, βιβλία τιμολογίων, φακέλους από τις μελέτες του Κ. Κουνάδη με τον Ιταλό V. Vecceni, κ.ά. Επιπλέον, το Σωματείο προχώρησε και στη συγκρότηση συλλογής κεραμικών. Η συλλογή απαρτίζεται από αγγεία και σκεύη που δώρισε με προθυμία ο κάθε αγγειοπλάστης, τα οποία αποτελούν είτε κληρονομιά από τις παλαιότερες γενιές αγγειοπλαστών και των οικογενειών τους, είτε προέρχονται από προσωπικές συλλογές. Σημαντική ήταν και η δωρεά της συλλογής της Μ. Βογιατζόγλου με παραδοσιακά κεραμικά που η ίδια περισυνέλλεξε και κατέγραψε από όλο το Αιγαίο. Εξίσου σημαντική είναι και η συλλογή κεραμικών του αρχιτέκτονα Κοσμά Ξενάκη, η οποία αποτελείται από σιφνέικα κεραμικά διαφόρων ειδών, αντιπροσωπευτικών της παραγωγής της περιόδου 1930-1970. Αυτή η συλλογή έχει παραχωρηθεί με χρησιδάνειο στον Σύλλογο Αγγειοπλαστών Σίφνου και πρόκειται να αποτελέσει τον πυρήνα της έκθεσης στο μελλοντικό Μουσείο Κεραμικής.
[1]Σπαθάρη-Μπεγλίτη, Ελένη, Οι αγγειοπλάστες της Σίφνου. Κοινωνική συγκρότηση-παραγωγή-μετακινήσεις, 160.
γ. Μέτρα διαφύλαξης/ανάδειξης που προτείνεται να εφαρμοστούν στο μέλλον (σε τοπική, περιφερειακή ή ευρύτερη κλίμακα)
Το Σωματείο Αγγειοπλαστών Σίφνου έχει ως μέλημά του τη διαφύλαξη αλλά και την ανάδειξη της τοπικής παραδοσιακής κεραμικής, τόσο σε επίπεδο τεχνογνωσίας όσο και σε επίπεδο διατήρησης των κεραμικών.
Αναμφίβολα, καταλυτικό ρόλο για τη διαφύλαξη του στοιχείου θα έχει η ίδρυση του Μουσείου Κεραμικής Σίφνου. Οι ενέργειες για τη δημιουργία του υπό την αιγίδα του Δήμου Σίφνου και της ΔΗ.Κ.Ε.Σ. (Δημοτική Κοινωφελής Επιχείρηση Σίφνου) έχουν ήδη ξεκινήσει. Το Μουσείο στεγάζοντας και προβάλλοντας τα αντικείμενα της Συλλογής Ξενάκη και της Συλλογής Αγγειοπλαστών θα δίνει στους επισκέπτες την ευκαιρία να ενημερώνονται για την παραγωγική διαδικασία, αλλά και για την κοινωνική και πολιτιστική σημασία της σιφνέικης κεραμικής για όλο το Αιγαίο. Μακροπρόθεσμα, το Μουσείο προβλέπεται να φιλοξενεί πολιτιστικές, εκπαιδευτικές και ψυχαγωγικές δραστηριότητες, προβάλλοντας σε διεθνές επίπεδο την πολιτιστική ταυτότητα του νησιού και δημιουργώντας ταυτόχρονα μια πολιτισμική παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές. Επίσης, στις δράσεις του Μουσείου θα συμπεριλαμβάνονται μαθήματα κεραμικής, σεμινάρια, περιοδικές εκθέσεις κ.ά. με τη συμμετοχή επισκεπτών και κεραμιστών από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Επίσης, με σκοπό την προβολή της σιφνέικης κεραμικής στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Δήμος Σίφνου σε συνεργασία με τη ΔΗ.Κ.Ε.Σ. έχουν προχωρήσει το τελευταίο διάστημα στη δημιουργία μιας βιβλιοθήκης πολυμέσων, η οποία φιλοξενεί οπτικοακουστικό υλικό (βίντεο), όπου καταγράφεται όλη η διαδικασία κατασκευής κεραμικών. Τα βίντεο θα είναι προσβάσιμα μέσω διαδικτυακής πλατφόρμας και της ιστοσελίδας του Δήμου Σίφνου.
Επιπλέον προβλέπονται και πολλές άλλες δράσεις, όπως χάραξη πολιτιστικών διαδρομών, οργάνωση μαθημάτων παραδοσιακής αγγειοπλαστικής σε εργαστήρια, εκπαιδευτικά προγράμματα για παιδιά με σκοπό τη γνωριμία τους με την τέχνη του πηλού, καθώς και έκδοση λευκώματος.
[/toggle]
[toggle title=”9. Βασική Βιβλιογραφία”]
- Σπαθάρη-Μπεγλίτη, Ελένη (1992), Οι αγγειοπλάστες της Σίφνου. Κοινωνική συγκρότηση-παραγωγή-μετακινήσεις, Αθήνα: Εκδόσεις Αρσενίδη.
- Wagner, Friedrich Christoph (2001), Οι οικισμοί αγγειοπλαστών της Σίφνου. Ένα παράδειγμα ανώνυμης αρχιτεκτονικής ως έκφραση του περιβάλλοντος, του τρόπου ζωής, της οικονομίας και της οικιστικής μορφής. Αθήνα: Υπουργείο Αιγαίου, εκδόσεις Καστανιώτη.
- Tρούλλος, Αντώνης (1991), Η Αγγειοπλαστική στο νησί της Σίφνου
- Τζάκου, Αναστασία (1979). Κεντρικοί οικισμοί της Σίφνου. Μορφή και εξέλιξη σε ένα παραδοσιακό σύστημα, Αθήνα.
- Κέντρο Επαγγελματικής Κατάρτισης Κυκλάδων (ΚΕΚΚ) (2001), Παραδοσιακά επαγγέλματα στη Σίφνο άλλοτε και τώρα, Σίφνος.
- Κατάλογος έκθεσης Σωματείου Αγγειοπλαστών Σίφνου (2002), Απ’ τα Τσικαλάδικα… Σίφνος.
- Βογιατζόγλου-Σακελλαροπούλου Μαρία (2009), Παραδοσιακή κεραμική της νεότερης Ελλάδας, Αθήνα: Παπαζήση.
- Λούτσης, Αντώνης, Χώμα-Νερό-Φωτιά.
- Γκιών Ι. Κ. (1876), Ιστορία της νήσου Σίφνου από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι των καθ’ημάς, μετά της περιγραφής των αρχαίων αυτής μεταλλείων χρυσού και αργυρού. Σύρος: Τυπογραφική Εταιρία «Η Πρόοδος».
[/toggle]
[toggle title=”10. Συμπληρωματικά Τεκμήρια”]
α. Kείμενα (πηγές, αρχειακά τεκμήρια κτλ.) –
β. Χάρτες:
- χάρτης με ενεργά/εγκαταλελειμμένα αγγειοπλαστεία – Λυδία
- χάρτης με μετακινήσεις – φωτογραφία από Μπεγλίτη και Wagner
γ. Οπτικά και ακουστικά τεκμήρια (σχέδια, φωτογραφίες, αρχεία ήχου, βίντεο κτλ.): –
δ. Διαδικτυακές πηγές (υπερσύνδεσμοι): –
[/toggle]
[toggle title=”11. Στοιχεία συντάκτη του Δελτίου”]
1.α. Όνομα Συντάκτη/-ών: Λυδία Κοπτσοπούλου
β. Ιδιότητα Συντάκτη/-ών: Αρχιτέκτων Μηχανικός Ε.Μ.Π., MSc on Conservation of Monuments and Sites KUL
2.α. Όνομα Συντάκτη/-ών: Mαρία Κόμη
β. Ιδιότητα Συντάκτη/-ών: Συντονίστρια ομάδας εργασίας Μουσείου Κεραμικής Σίφνου
γ. Τόπος και Ημερομηνία Σύνταξης του Δελτίου:
Σίφνος, Δεκέμβριος 2020
[/toggle]
[toggle title=”12. Τελευταία συμπλήρωση/επικαιροποίηση του Δελτίου”]
–
[/toggle]
[/accordion]
To Δελτίο σε μορφή PDF: Κεραμική παράδοση Σίφνου
Παράρτημα 1: Η παρουσία Σιφνίων Αγγειοπλαστών σε εκδηλώσεις του Κέντρου Μελέτης Νεώτερης Κεραμικής
Παράρτημα 2: Γλωσσάρι της Τέχνης του Πηλού και των Προϊόντων της