Πρόκειται για διεθνή συνθήκη την οποία έχουν κυρώσει, εγκρίνει ή αποδεχτεί μέχρι σήμερα (Σεπτέμβριος 2017) 175 κράτη. Προέκυψε ως ώριμος καρπός του διεθνούς προβληματισμού σχετικά με την έννοια της πολιτιστικής κληρονομιάς και ιδιαίτερα των πολιτισμικών εκφάνσεών της που δεν έχουν απτή, υλική διάσταση (π.χ. μουσική, χορός, γνώσεις και πρακτικές κ.ά.). Η Ελλάδα κύρωσε τη Σύμβαση το 2006.
Είναι η αποτύπωση στοιχείων της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδας με τη μορφή ευρετηρίου. Μέσω του Εθνικού Ευρετηρίου Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδας επιδιώκεται να δοθεί ο λόγος στους ίδιους τους φορείς της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς (κοινότητες, ομάδες, ακόμα και μεμονωμένα άτομα) προκειμένου να μοιραστούν τη δική τους πολιτισμική εμπειρία με το εγχώριο και διεθνές κοινό, να μιλήσουν για τη συλλογική τους ταυτότητα, να διατυπώσουν προτάσεις για τη μελέτη και κυρίως για τη διαφύλαξη της άυλης πολιτιστικής τους κληρονομιάς.
Το Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδας φιλοδοξεί κατ’ αρχάς να καταστεί μια αξιόπιστη και ενημερωμένη παρουσίαση της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της Ελλάδας, δίνοντας τον λόγο στις ίδιες τις κοινότητες φορέων της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, προκειμένου να παρουσιάσουν όψεις της ταυτότητάς τους που οι ίδιες θεωρούν σημαντικές. Σκόπιμα δεν είναι διαρθρωμένο σε κατηγορίες με θεματικά, γεωγραφικά ή άλλα κριτήρια. Αντιθέτως, ο/η επισκέπτης/-τρια έχει τη δυνατότητα να περιηγηθεί στο Ευρετήριο ξεκινώντας από τα θέματα που τον/την ενδιαφέρουν περισσότερο και να δημιουργήσει το δικό του/της εξατομικευμένο «μονοπάτι» περιήγησης. Στην πορεία της περιήγησής του/της διαπιστώνει ότι από το ένα Δελτίο μπορεί να οδηγηθεί σε ένα ή περισσότερα Δελτία, σε άλλες εξωτερικές πηγές πληροφόρησης (κείμενα, φωτογραφίες, βίντεο, χάρτες κ.ά.), αλλά και να εμβαθύνει, αν επιθυμεί, σε διάφορες όψεις της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, ανατρέχοντας, για παράδειγμα, σε σχετική βιβλιογραφία κτλ. Επίσης, του/της δίνεται η δυνατότητα να επικοινωνήσει με τους ίδιους τους φορείς της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς που εκπροσωπούν την κοινότητα .
Το Δελτίο διαιρείται σε έντεκα επιμέρους πεδία, το καθένα από τα οποία δίνει την ευκαιρία να αναπτυχθεί μια συγκεκριμένη όψη του στοιχείου. Αρκετά από τα πεδία αυτά περιλαμβάνουν περισσότερα επιμέρους πεδία.
Την ευθύνη για τη συγκρότηση, τη διαχείριση, την ανανέωση και τον εμπλουτισμό του Εθνικού Ευρετηρίου Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδας και του ιστοτόπου που το φιλοξενεί έχει η Διεύθυνση Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού. Η ίδια υπηρεσία είναι αρμόδια, μεταξύ άλλων, και για την εφαρμογή στην Ελλάδα της Σύμβασης για την Προστασία της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO (2003).
Όχι. Επιστημονικοί και άλλοι φορείς έχουν συγκροτήσει ή μπορούν να συγκροτήσουν ευρετήρια άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, με τοπικό, υπερτοπικό ή και θεματικό χαρακτήρα.
Η Διεύθυνση Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς διοργανώνει κατά τόπους ημερίδες ενημέρωσης για όλα τα ζητήματα που σχετίζονται με τη Σύμβαση και την εφαρμογή της στη χώρα μας. Στις ημερίδες ενημέρωσης, που διοργανώνονται από κοινού με τοπικούς αυτοδιοικητικούς και άλλους φορείς (πολιτιστικούς οργανισμούς, συλλόγους, μουσεία κ.ά.), γίνεται αναλυτική παρουσίαση των δυνατοτήτων που δίνονται στους ίδιους τους φορείς άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς να συμβάλουν στη μελέτη, στην ανάδειξη και κυρίως στη διαφύλαξη της κληρονομιάς τους.
Απαραίτητες προϋποθέσεις είναι το στοιχείο άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς να είναι λειτουργικά ενταγμένο στη ζωντανή πολιτισμική εμπειρία μιας κοινότητας φορέων, όπως αυτή μεταδίδεται από γενιά σε γενιά, και να αναγνωρίζεται από την ίδια την κοινότητα των φορέων ως σημαντικό στοιχείο της συλλογικής της ταυτότητας. Επίσης, προϋπόθεση είναι η εκ των προτέρων ενήμερη συγκατάθεση και η εθελοντική συμμετοχή της κοινότητας στη διαδικασία εγγραφής.
Τέλος, σημειώνεται ότι κάθε στοιχείο που προτείνεται προς ένταξη στο Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδας πρέπει να συνάδει με τις γενικές αρχές που διέπουν τόσο τη Σύμβαση για τη Διαφύλαξη της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς (UNESCO, 2003) όσο και το ίδιο το Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδας (να προάγουν την ειρηνική συμβίωση μεταξύ ανθρώπων και λαών, να είναι συμβατά με τους στόχους της βιώσιμης ανάπτυξης, να σέβονται τα δικαιώματα των έμβιων οργανισμών κτλ.). Αφού πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές, επόμενο βήμα είναι η σύνταξη του Δελτίου Στοιχείου Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Όχι. Φυσικά, η μέριμνα για τη διαφύλαξη του στοιχείου άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς δεν προκύπτει από κάποια τέτοιου είδους δέσμευση, αλλά από την αυτόβουλη θέληση της ίδιας της κοινότητας να διαφυλάξει την πολιτιστική της κληρονομιά, επειδή η ίδια τη θεωρεί σημαντική.
Η εγγραφή ενός στοιχείου δεν είναι σε καμία περίπτωση αυτοσκοπός. Επιδιώκεται η εγγραφή να συμβάλει στην ανάδειξη της σημασίας της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς στα ίδια τα μέλη της κοινότητας –και ιδίως στη νεότερη γενιά– αλλά και στο ευρύτερο κοινό, εγχώριο και διεθνές. Ακόμη όμως σημαντικότερη είναι η συμμετοχή της κοινότητας στην εκπόνηση προγραμμάτων διαφύλαξης της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, στις περιπτώσεις που κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο.
Είναι ένας μακροπρόθεσμος σχεδιασμός για τις απαιτούμενες ενέργειες και δράσεις προκειμένου να αναδειχθεί η σημασία ενός στοιχείου άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, τόσο για την ίδια την κοινότητα όσο και για το ευρύτερο εγχώριο και διεθνές κοινό. Κύριος στόχος ενός προγράμματος διαφύλαξης δεν μπορεί παρά να είναι η μεταλαμπάδευση των αξιών και της συλλογικής μνήμης της κοινότητας, όπως εκφράζονται στην άυλη πολιτιστική της κληρονομιά, στις νεότερες γενιές. Στην εκπόνηση και την εφαρμογή ενός προγράμματος διαφύλαξης είναι απαραίτητο να συμμετέχει ενεργά, εκτός από τη διοίκηση και τους ενδιαφερόμενους επιστημονικούς και άλλους φορείς, και η τοπική κοινωνία, οι ίδιοι δηλαδή οι φορείς της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς. Φυσικά η διαφύλαξη δεν προϋποθέτει ούτε και συνεπάγεται την επιστροφή σε μια “αυθεντική” ή “γνήσια” μορφή μιας πολιτιστικής έκφανσης της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς. Απεναντίας, προσεγγίζει την κληρονομιά ως κάτι που διαρκώς μετεξελίσσεται και νοηματοδοτείται εκ νέου μέσω σύνθετων κοινωνικών και πολιτισμικών διαδικασιών.
Όχι. Η υποβολή φακέλων υποψηφιότητας εκ μέρους της Ελλάδας σε έναν από τους τρεις καταλόγους της Σύμβασης για την Προστασία της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO (2003) εντάσσεται σε ευρύτερο προγραμματισμό, για την εκπόνηση του οποίου λαμβάνονται υπ’ όψιν πολλές και ποικίλες παράμετροι. Επίσης, δεδομένου ότι πρόκειται για καταλόγους μιας διεθνούς σύμβασης, λόγο έχουν και οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εξωτερικών. Προϋπόθεση όμως για την υποβολή φακέλου υποψηφιότητας εκ μέρους των κρατών-μελών της Σύμβασης είναι η εγγραφή του προτεινόμενου στοιχείου στο εθνικό τους ευρετήριο.
Διότι οι πολλές και ποικίλες όψεις της άυλης πολιτιστικής μας κληρονομιάς είναι ζωντανά και αναπόσπαστα στοιχεία της συλλογικής μας ταυτότητας και μνήμης, συνιστούν το πιο ζωτικό στοιχείο της αυτογνωσίας μας και συμβάλλουν καθοριστικά στη συνέχεια και τη συνοχή των κοινοτήτων αλλά και του κοινωνικού συνόλου. Με κάθε όψη της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς που χάνεται, δεν χάνεται μαζί της μόνο μια φλέβα που μας συνδέει με το παρελθόν, αλλά κλείνει και ένα ανοικτό παράθυρο στο μέλλον, ειδικά των νεότερων γενεών!